- δυναμοπολύγωνο
- τοπολύγωνο δυνάμεων, πολυγωνική γραμμή η οποία έχει πλευρές τα διανύσματα τών δυνάμεων που δρουν σ' ένα σώμα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
στατική — I Τμήμα της μηχανικής που μελετά τις συνθήκες ισορροπίας των σωμάτων. Οι πρώτες μελέτες επί της ισορροπίας γεννήθηκαν από πρακτικές ανάγκες και οι πρώτες γνωστές σαφείς έννοιες αναφέρονται στη χρήση του μοχλού. Η επιστημονική διερεύνηση του… … Dictionary of Greek